"Οικογένεια και σεξουαλικότητα. Μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας (ελληνικές μαρτυρίες 17ος - αρχές 19ου αιώνα)"

Οικογένεια και σεξουαλικότητα. Μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας
(ελληνικές μαρτυρίες 17ος - αρχές 19ου αιώνα)
Άννα Ματθαίου

Τιμή 17 ευρώ, 276 σελίδες
Εκδόσεις Μέλισσα, 2019

Bιβλιοκριτική: Σταυρούλα Πανίδου
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο139, Μάρτης-Απρίλης 2020

Στο «Οικογένεια και σεξουαλικότητα - Μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας» της ιστορικού Άννας Ματθαίου, ξεκινάμε διακόσια χρόνια πριν τη δημιουργία του ελληνικού κράτους και φτάνουμε ως τις απαρχές του. Την περίοδο αυτή -περισσότερο κι από το βυζαντινό μεσαίωνα- η ορθόδοξη Εκκλησία (σε συνεργασία με τους κοινοτικούς άρχοντες, τους ντόπιους προεστούς) αποτελεί το βασικό ελεγκτικό μηχανισμό για την εύρυθμη λειτουργία της χριστιανικής οικογένειας.

Οι κοινοτικές και εκκλησιαστικές αρχές δεν περιορίζονται μόνον σε προτροπές ηθικολογικού περιεχομένου, αλλά είναι εξουσιοδοτημένες από το οθωμανικό κράτος να ρυθμίζουν έμπρακτα τις οικογενειακές υποθέσεις των χριστιανών υπηκόων (διαζύγια, εξωσυζυγικές σχέσεις, συγκατοίκηση δύο γυναικών με τον ίδιο άντρα, εγκατάλειψη συζύγου και παιδιών), όπως και τις ατομικές σεξουαλικές συμπεριφορές, όσων, γυναικών και ανδρών της κοινότητας, παρεκκλίνουν από τα καθορισμένα από αυτές πρότυπα.

Το άτομο ενσωματώνεται στην ορθόδοξη χριστιανική κοινότητα, άρα ελέγχεται από τις αρχές αυτής της κοινότητας, με την έγγαμη κατάσταση και ως βασικό καθήκον της οικογένειας ορίζεται η αναπαραγωγή της, δηλαδή η τεκνοποιία. Όλες οι ρυθμίσεις της οικογενειακής και σεξουαλικής ζωής περιστρέφονται γύρω από το στόχο του να μη διαλυθεί η αγροτική οικογένεια, γιατί «(σ)το οικονομικό επίπεδο, η διάλυση της αγροτικής οικογένειας, της βασικής παραγωγικής και συγχρόνως φορολογικής μονάδας στην περίοδο που μας απασχολεί, συνιστά όντως άμεσο κίνδυνο αποδιάρθρωσης της ίδιας της κοινότητας και των μηχανισμών συντήρησής της».

Η αλήθεια είναι ότι άντρες και γυναίκες «παρέκκλιναν» πολύ. «(Ο)ύτε οι κοινοτικοί άρχοντες ούτε οι εκκλησιαστικές αρχές έχουν τη δύναμη να επιβάλουν πλήρη έλεγχο στις ερωτικές σχέσεις των υπηκόων τους». Μέσα από μια πληθώρα θρησκευτικών κειμένων που παραθέτει η ιστορικός, κειμένων που λειτουργούν ως κανονιστικός λόγος της σεξουαλικής συμπεριφοράς, που ορίζουν και τιμωρούν την «ακάθαρτη» σεξουαλικότητα -οποιαδήποτε, δηλαδή, μορφή σεξουαλικής συνεύρεσης δεν έχει σαν μοναδικό στόχο την τεκνοποιία, εντός, φυσικά, του γάμου- καταρρέει η αντίληψη για κοινωνίες βουτηγμένες στη θρησκοληψία και στο φόβο της θεϊκής τιμωρίας.

Τα φόβητρα της χαμένης ουράνιας βασιλείας ή της θεϊκής τιμωρίας με τη μορφή φρικτών αρρωστιών φαίνεται ότι λίγο επηρέαζαν τις ποικίλες μορφές της σεξουαλικής ζωής των ανθρώπων, οι παράνομες σχέσεις αφθονούσαν, παρά την απειλή ότι τα παιδιά τους θα γεννηθούν «τυφλά, βουβά, κουφά, κουτσά, κακορρίζικα», το ίδιο και η «θεοκατάρατος μαλακία», παρότι οδηγεί στην αιώνια καταδίκη και σε «μία αβίωτον, αθλία και ελεεινήν ζωήν» (με το κείμενο να αναλύει λεπτομερώς τους τρεις τύπους μαλακίας, για την περίπτωση που ο πιστός υποστηρίξει ότι δεν ήξερε ακριβώς τι δεν έπρεπε να κάνει).

Ποια είναι η ποινικοποίηση των παρεκτροπών εκ μέρους των αρχών; Εδώ έχουμε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο της προσέγγισης της Ματθαίου. «Στην ουσία η Εκκλησία ενδιαφέρεται να διατηρηθεί άθικτος ο πυρήνας της οικογένειας», συνεπώς, καθώς ο βασικός στόχος των αρχών είναι να μην απορρυθμιστεί το οικονομικοκοινωνικό σύστημα που βασίζεται στην οικογένεια, οι σεξουαλικές παρεκτροπές συγχωρούνται με την μετάνοια και το άτομο ενσωματώνεται και πάλι στην κοινότητα. «Η ελαστική αυτή στάση της Εκκλησίας ….. δεν μπορεί να θεωρηθεί άσχετη από τις οικονομικές και κοινωνικές πρακτικές που προϋποθέτει ο θεσμός της οικογένειας και η διαιώνισή του». Οι μοναδικές περιπτώσεις αποπομπής από τους κόλπους της κοινότητας είναι όταν η δημοσιοποίηση της παρεκτροπής θέσει σε κίνδυνο τις επιζητούμενες ισορροπίες.

Οι γνώσεις μας για το θεσμό της χριστιανικής οικογένειας συμπληρώνονται με πολλές ακόμη πλευρές της, που επίσης διαλύουν λανθασμένες αντιλήψεις για την περίοδο αυτή:

Για τη συχνή χρήση πρακτικών αντιμετώπισης της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης (αντισυλληπτικές μέθοδοι και εκτρώσεις) -συχνότατα και εντός του γάμου, καθώς η βασική αιτία είναι η φτώχεια.

Για τη συχνότητα των μικτών, εθνολογικά / θρησκευτικά, γάμων, για τον εθελοντικό εξισλαμισμό των χριστιανών, με την πρόσθεση στα ήδη γνωστά αίτια -καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους, φοροαπαλλαγές για τους ίδιους- αυτό της επιλογής πολλών γυναικών της χριστιανικής κοινότητας να εξισλαμίζονται, καθώς έτσι ακύρωναν έναν ανεπιθύμητο χριστιανικό γάμο και ταυτόχρονα δικαιούνταν να κρατήσουν τα παιδιά τους από τον προηγούμενο.

Για το πώς οι φτωχοί άνθρωποι βρίσκονταν συνεχώς μπροστά στον πόνο της απώλειας των παιδιών τους, είτε επρόκειτο για την εκτεταμένη ανάγκη πώλησής τους (τσιράκια και μαθητευόμενοι, ψυχογιοί και ψυχοκόρες, υπηρέτες και υπηρέτριες) είτε λόγω της τεράστιας βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας. «Για αιώνες … η διαχείριση της βρεφικής ή παιδικής απώλειας για τους ανθρώπους της υπαίθρου, τους ανθρώπους της φτώχειας, υπακούει στους καταναγκασμούς της καθημερινής σκληρής ζωής. Ο πόνος του θανάτου χωνεύεται με τα υπόλοιπα συμβάντα ως ακόμη μία δυσκολία ανάμεσα στις τόσες άλλες για την επιβίωση, κι αυτό φαίνεται να ισχύει ακόμα και στα μέσα του 20ου αιώνα».

Λίγο πριν εκπνεύσει ο 18ος αιώνας και κυρίως στις αρχές του 19ου έως και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, κάνει την εμφάνισή του κυρίως στα ελληνόφωνα έντυπα που εκδίδονται στην Ευρώπη, ένας νέος λόγος, επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Διεκδικεί να αποτελέσει, στη θέση του θρησκευτικού, τον κυρίαρχο κανονιστικό λόγο για τη διαμόρφωση του ηθικοπλαστικού και ταυτόχρονα πειθαρχικού πλαισίου της νέας ελληνικής αστικής οικογένειας και επίσης να διαγράψει τις κατευθυντήριες γραμμές με βάση τις οποίες οφείλει να κινηθεί το νέο κράτος σε επίπεδο θεσμών, ούτως ώστε να κυριαρχήσουν αυτές οι αρχές στο σύνολο του πληθυσμού. Ορθολογικός, επιστημονικός ή επιστημονικοφανής, ο λόγος αυτός αντλεί το κύρος του από την εφαρμογή του και τα αδιαμφισβήτητα αποτελέσματά του «στα φωτισμένα έθνη της Δύσης».

Στα κείμενα αυτά με τις νέες αντιλήψεις για την εκπαίδευση, τα «πρακτικά» εγχειρίδια που δίνουν οδηγίες για την «κοινωνική κοσμιότητα» (τις λεγόμενες «χρηστοήθειες») και πάνω από όλα τις ιατρικού τύπου οδηγίες – εντολές, τίθενται οι βάσεις του νέου αστικού οικογενειακού προτύπου. Η οικογενειακή δομή, οι ρόλοι των φύλων, η θέση των παιδιών στην οικογένεια είναι κατασκευές που κάθε φορά προσαρμόζονται στο είδος της ταξικής κοινωνίας την οποία εξυπηρετούν. Παρότι πάντοτε οι ταξικές κοινωνίες στηρίζονται στην ιδεολογία της ανωτερότητας της κυρίαρχης τάξης και διαχέουν αυτή την έννοια σε όλες τις δομές τους, η «ανωτερότητα» του άνδρα αγρότη έναντι της γυναίκας του, οι ρόλοι τους μέσα στην αγροτική οικογένεια και σε μεγάλο βαθμό και στην παραγωγική διαδικασία δεν ήταν ιδιαίτερα διακριτοί. Σ’ αυτό το νέο οικογενειακό πρότυπο γυναίκες και παιδιά αποκτούν νέους, διακριτούς ρόλους. Τα παιδιά αντιμετωπίζονται ως οι αυριανοί πολίτες του ελληνικού κράτους όπως το οραματίζονται οι συγγραφείς αυτών των κειμένων και η οικογένεια επιφορτίζεται με το καθήκον της ηθικά ορθής, εκπαιδευτικά εθνικής, φιλελεύθερης, πολύπλευρης και σωματικά υγιούς ανάπτυξής τους. Η φροντίδα ανατίθεται κυρίως στη γυναίκα και έτσι αφενός διαμορφώνεται ο νέος ρόλος της με κυρίαρχα χαρακτηριστικά αυτά της «συμβίας, μητέρας και νοικοκυράς» και αφετέρου ενοχοποιείται η ίδια για οποιαδήποτε απόκλιση από αυτά τα πρότυπα.

Στα κείμενα αυτά, βέβαια, απλώς διαφαίνονται τα στοιχεία εκείνα που θα διαμορφώσουν το ιδεολογικό υπόβαθρο της κατασκευής της οικογένειας στο νέο ελληνικό κράτος. Προφανώς η ιδεολογία για την οικογένεια, για τη θέση της γυναίκας, για τη σεξουαλικότητα θα διαμορφωθεί σταδιακά μετά τη δημιουργία του, παίρνοντας υπόψη τις υπάρχουσες κοινωνικές πραγματικότητες αλλά κυρίως δομούμενη θεσμικά στα πρότυπα των σύγχρονών του καπιταλιστικών κρατών, με τέτοιο τρόπο (δημόσια εκπαίδευση, οικογενειακό δίκαιο, ποινικοποίηση των «παραβατικών» σεξουαλικών συμπεριφορών, θεσμοί εγκλεισμού κλπ), ούτως ώστε να διεισδύσει σε όλο το κοινωνικό του εύρος.

2020 "Οικογένεια και σεξουαλικότητα. Μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας (ελληνικές μαρτυρίες 17ος - αρχές 19ου αιώνα)"