“Βενετία: Μία συνάντηση που στέριωσε απρόβλεπτα”

“Βενετία: Μία συνάντηση που στέριωσε απρόβλεπτα”
Γιάννης Μηλιός

Τιμή 21 ευρώ, 312 σελίδες
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Bιβλιοκριτική: Κώστας Πολύδωρος
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο142, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 2020

Οι υποστηρικτές του καπιταλισμού λένε ακόμα και σήμερα σε συνθήκες μακροχρόνιας ύφεσης και πανδημίας ότι το σύστημα δεν μπορεί να αλλάξει. Αλλά ο καπιταλισμός δεν υπήρχε πάντοτε. Διαδέχθηκε τη φεουδαρχία, ένα πολύ διαφορετικό τρόπο παραγωγής. Στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο “Βενετία: Μία συνάντηση που στέριωσε απρόβλεπτα” ο Γιάννης Μηλιός καταπιάνεται με το ζήτημα της γέννησης του καπιταλισμού.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο ασχολείται με το θεωρητικό πλαίσιο, το δεύτερο με την ιστορία της Βενετίας μέχρι τον 15ο αιώνα και το τρίτο με τη θέση της Βενετίας όταν πια είχαν αναπτυχθεί καπιταλιστικές δυνάμεις στη σύγχρονη εποχή.

Τα προβλήματα ξεκινούν από τη θεωρητική προσέγγιση του συγγραφέα. Ο Μηλιός επιμένει στη διάκριση ανάμεσα στο «νεαρό» και τον «ώριμο» Μαρξ, ακολουθώντας τον Αλτουσέρ σε αυτή τη λαθεμένη αντίληψη. Αυτή η διχοτόμηση του Μαρξ οδηγεί τους οπαδούς του Αλτουσέρ (σίγουρα τον Μηλιό, αλλά και πολλούς ακόμα) να απορρίπτουν τον ιστορικό υλισμό και να αναζητούν ερμηνείες σε τυχαίες «συναντήσεις».

Το 1857 ο Μαρξ έγραφε ότι: «Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους οι άνθρωποι εισέρχονται σε συγκεκριμένες σχέσεις οι οποίες είναι ανεξάρτητες από τη θέλησή τους, σχέσεις παραγωγής που ανταποκρίνονται σε ένα δεδομένο στάδιο των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική δομή της κοινωνίας, την πραγματική βάση πάνω στην οποία ορθώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα στο οποίο αντιστοιχούν συγκεκριμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης».

Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς ξεκινούσαν το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος με τις φράσεις: «η ιστορία των όλων ως τώρα κοινωνιών είναι ιστορία ταξικών αγώνων… έναν αγώνα που τελείωνε κάθε φορά με έναν επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας ή με την από κοινού καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονταν». Η παλιά οργάνωση της παραγωγής δεν σπάει από μόνη της. Οι παραγωγικές δυνάμεις απελευθερώνονται από τις παλιές παραγωγικές σχέσεις μέσω των ταξικών αγώνων.

Ο Μηλιός απορρίπτει αυτή την προσέγγιση και βλέπει στην ανάπτυξη της Βενετίας το “στέριωμα του καπιταλισμού” κάτι που δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα. Η κυρίαρχη τάξη πατρικίων της Βενετίας περιλάμβανε στις αρχές του 9ου αιώνα κυρίως οικογένειες φεουδαρχών γαιοκτημόνων, ωστόσο μία γρήγορα αναπτυσσόμενη μερίδα εμπόρων έκανε όλο και πιο αισθητή την παρουσία της μεταξύ της άρχουσας αριστοκρατίας της Βενετίας. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι με αφετηρία το εμπόριο, ο καπιταλισμός κυριάρχησε στη βενετική κοινωνία στα τέλη του 14ου αιώνα.

Η Βενετία μετατράπηκε σε θαλασσοκράτειρα στην Αδριατική και τη Μεσόγειο. Η αντανάκλαση της ανάπτυξης ήταν οι χιλιάδες ναυτικοί στα βενετικά πλοία, οι χιλιάδες εργαζόμενοι μισθωτοί στην Αρσενάλε (ναυπηγείο), το νομισματοκοπείο και άλλες επιχειρήσεις στον κλάδο των εκτυπώσεων, την υφαντουργία, την υαλοποιΐα.

Η ανάπτυξη των πόλεων ήταν δεμένη με την πορεία του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Μία σειρά από νέες πόλεις όπως η Βενετία, η Φλωρεντία, η Γένοβα, το Παρίσι και το Λονδίνο αναδύθηκαν από την ανάπτυξη του εμπορίου. Το χαρακτηριστικό αυτό όμως δεν αποτελεί από μόνο του καπιταλισμό. Οι έμποροι δεν έφεραν μία αυτόματη μετάβαση στον καπιταλισμό. Είναι λάθος να βλέπουμε το εμπορικό κεφάλαιο σαν τον καθοριστικό παράγοντα ενός νέου τρόπου παραγωγής. Το εμπορικό κεφάλαιο ήταν δεμένο με χιλιάδες δεσμούς με το σύστημα μέσα από το οποίο αναπτύχθηκε και ως εκ τούτου έτεινε να βυθίζεται διαρκώς πίσω σε αυτό το σύστημα.

Όπως αναφέρει ο Κρις Χάρμαν στο μνημειώδες έργο του Λαϊκή Ιστορία του Κόσμου “Η φιλοδοξία των εμπόρων δεν έφτανε στο σημείο να θέλουν να χτυπήσουν τους φεουδάρχες άρχοντες. Αντιθέτως τους ενδιέφερε να ενωθούν μαζί τους, να μετατρέψουν τον πλούτο που είχαν αποκτήσει από το εμπόριο στον φαινομενικά μονιμότερο πλούτο που συνιστούσε ο βολικός συνδυασμός κατοχής γης μαζί με τους δουλοπάροικούς της που την καλλιεργούν. Σε κάθε αποφασιστική καμπή, στην καλύτερη περίπτωση οι έμποροι ταλαντεύονταν και προσπαθούσαν να συμβιβαστούν με τους άρχοντες, και στη χειρότερη ενώνονταν μαζί τους για να χτυπήσουν τις μάζες”.1

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Μεδίκων της οικογένειας που κυριάρχησε οικονομικά στη Φλωρεντία τον 14ο αιώνα χάρη στο εμπόριο υφασμάτων που όμως χρησιμοποίησαν την ισχύ τους τον 15ο αιώνα όχι για να διαλύσουν τη φεουδαρχία αλλά για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους πολέμους μεταξύ των κρατιδίων της περιοχής και τελικά την οικονομική παρακμή.

Ο Γκράμσι που μελέτησε την ιστορία της Ιταλίας ήταν κατηγορηματικός ότι η ανάπτυξη των πόλεων στην ιταλική χερσόνησο δεν κατάφερε να ανατρέψει το φεουδαρχικό χαρακτήρα της. Γράφει συγκεκριμένα: «Υπήρξε μια οργανική μετάβαση από τις πόλεις-κράτη σε ένα σύστημα που δεν ήταν πλέον φεουδαρχικό στις Κάτω Χώρες (Ολλανδία) και μόνο εκεί. Στην Ιταλία οι πόλεις-κράτη δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν πέρα από τη φάση των συντεχνιών, η φεουδαλική αναρχία θριάμβευσε με μια μορφή που ταίριαζε στη νέα κατάσταση και ύστερα ήρθε η περίοδος της ξένης κυριαρχίας».2

H κρίση της φεουδαρχίας τον 14ο αιώνα είχε ως αποτέλεσμα ταξικούς αγώνες μεγάλης κλίμακας και βίαιες συγκρούσεις όπως η εξέγερση των χωρικών το 1381 στην Αγγλία. Αλλά κανένας από αυτούς τους αγώνες δεν ήταν νικηφόρος με την έννοια να τσακίσει τη δύναμη είτε των αρχόντων στην επαρχία είτε των ολιγαρχών στις πόλεις. Η μετάβαση όμως προχώρησε τον 17ο αιώνα στην Αγγλία. Το 1649 το τσεκούρι του δήμιου έκοψε το κεφάλι του βασιλιά της Αγγλίας και της Σκοτίας Καρόλου Α’. Η Αγγλική Επανάσταση της οποίας ηγήθηκε ο Όλιβερ Κρόμγουελ και ο Νέος Υποδειγματικός Στρατός του συγκλόνισε ολόκληρη την Ευρώπη. Παρόλο που ο Κρόμγουελ ήταν κάθε άλλο από ακραίος δημοκράτης, το καθοριστικό για την επιτυχία του ήταν η αντίληψη για την κατεύθυνση που έπρεπε να κινηθεί η κοινωνία και η ικανότητα να κινητοποιήσει μία συμμαχία δυνάμεων σε αυτήν την κατεύθυνση. Μολονότι η επανάσταση τελείωσε, πολλές από τις αλλαγές που έφερε επιβίωσαν. Αμφισβητήθηκε η ύπαρξη της μοναρχίας, υιοθετήθηκαν καπιταλιστικές μέθοδοι γεωργίας, το αυξανόμενο κομμάτι του πληθυσμού που ζούσε σε πόλεις είτε απασχολούσε άλλους είτε δούλευε για άλλους, η κυβερνητική πολιτική υπαγορευόταν από την επιθυμία επέκτασης της παραγωγής και όχι από τις μηχανορραφίες του μονάρχη. Αυτές οι εξελίξεις άλλαξαν ριζικά την κατάσταση της αγγλικής οικονομίας και μετέτρεψαν μία χώρα που ήταν από τα φτωχότερα μέρη της Ευρώπης σε ένα από τα πιο ανεπτυγμένα παρέχοντας στους κυβερνήτες της τα μέσα για να οικοδομήσουν μία παγκόσμια αυτοκρατορία.

Κι όμως, ο Μηλιός καταφέρνει να κάνει ακόμη και το λάθος της υποτίμησης των αστικών επαναστάσεων που καθόρισαν το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Όπως γράφει στις σελίδες 283-84 του βιβλίου «ο καπιταλισμός επικράτησε ως κυρίαρχος τρόπος παραγωγής συγχρόνως διαμορφώνοντας τις προσίδιές του οικονομικές και πολιτικές μορφές χωρίς να προηγηθεί μια κοινωνική επανάσταση. (…) Οι λεγόμενες αστικές επαναστάσεις όπως η Αγγλική του 17ου αιώνα ή η Γαλλική του 18ου αιώνα ήταν πρωτίστως μαζικά κινήματα που συγκλόνισαν τους υφιστάμενους συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ των κυρίαρχων και των κυριαρχούμενων τάξεων».

Μετά από τέτοιες εκτιμήσεις, ηχεί μάλλον κενή η τελευταία φράση του βιβλίου που μιλάει για ανατροπή του καπιταλισμού από το επαναστατικό κίνημα.

Σημειώσεις:

1. Λαϊκή Ιστορία του κόσμου, Κρίς Χάρμαν,Εκδόσεις Τόπος

2. Antonio Gramsci, Selections from the Prison Notebooks, Lawrence and Wishart, London 1971, σελ. 54

2020 “Βενετία: Μία συνάντηση που στέριωσε απρόβλεπτα”