"Η πένα μου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν - Γράμματα στον Kόσμο από την Μόρια"

Η πένα μου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν - Γράμματα στον Kόσμο από την Μόρια
Parwana Amiri

Τιμή 8 ευρώ, 92 σελίδες
Εκδόσεις Ακυβέρνητες Πολιτείες

Bιβλιοκριτική: Ευκλείδης Μακρόγλου
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο148, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 2021

«Είµαι ένα κορίτσι που ζω σε µια σκηνή και σκέφτοµαι αυτό τον κόσµο, όσο ο χρόνος µοιάζει να έχει σταµατήσει, όσο περιµένω την άδεια να φύγω απ’ αυτό το µέρος. Η πένα µου δεν θα σπάσει, µέχρι να τελειώσουµε αυτή την ιστορία της ανισότητας και των διακρίσεων ανάµεσα στο ανθρώπινο είδος. Τα λόγια µου θα σπάνε πάντα τα σύνορα που χτίσατε».

Αυτές οι γραµµές συνοψίζουν την κεντρική ιδέα του νέου βιβλίου της 17χρονης προσφύγισσας από το Αφγανιστάν Παρβάνα Αµίρι, µε τίτλο «Η πένα µου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν – Γράµµατα στον Kόσµο από την Μόρια». Είναι µια συλλογή από µαρτυρίες για τα µαρτύρια των προσφύγων στο στρατόπεδο της Μόριας, την ντροπή της Ευρώπης. Συνθέτει ένα παζλ από διαφορετικές οπτικές, έργο πολύτιµο για τη διεισδυτική του µατιά στις φριχτές συνθήκες που αντιµετωπίζουν καθηµερινά οι πρόσφυγες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Θέτει τα επιτακτικά και δύσκολα ερωτήµατα που αποκαλύπτουν τις υποκριτικές και απάνθρωπες πολιτικές της ΕΕ και της κυβέρνησης της Ν∆, καλώντας τους αναγνώστες να σταθούν δίπλα στους πρόσφυγες, στον αγώνα τους για µια ζωή µε αξιοπρέπεια.

Πρόκειται άλλωστε για µια έκδοση εξαιρετικά επίκαιρη. Έρχεται τη στιγµή που ο ιµπεριαλισµός των ΗΠΑ και των «πρόθυµων συµµάχων» τους (µεταξύ των οποίων και οι ελληνικές κυβερνήσεις) γνωρίζει µια ιστορική ήττα, µε την επάνοδο των Ταλιµπάν στην εξουσία να οδηγεί χιλιάδες περισσότερους Αφγανούς στην προσφυγιά. Και την ίδια ώρα, η κυβέρνηση της Ν∆ δια στόµατος Μηταράκη δηλώνει πως «είναι ξεκάθαρο πως η χώρα µας δεν θα είναι πύλη εισόδου για ένα νέο κύµα προσφύγων», ενώ ο Χρυσοχοΐδης έτρεχε να επιθεωρήσει τον φράχτη στον Έβρο που υπόσχονται ότι θα ενισχύσουν περαιτέρω. Τα κροκοδείλια δάκρυα στεγνώνουν πολύ γρήγορα όταν οι κατατρεγµένοι των ιµπεριαλιστικών επεµβάσεων αντιµετωπίζονται ως πρόβληµα εθνικής ασφάλειας.

Η Παρβάνα έφτασε στο προσφυγικό στρατόπεδο της Μόριας στις 18 Σεπτέµβρη του 2019. Ενάµιση χρόνο πριν είχε αναγκαστεί να πάρει το δρόµο της προσφυγιάς µαζί µε την οικογένειά της (είναι το πέµπτο παιδί ανάµεσα στις 4 αδελφές και τους 2 αδελφούς της), εξαιτίας των πολιτικών προβληµάτων που αντιµετώπιζε ο πατέρας της. Πέρασαν διαδοχικά από το Πακιστάν, το Ιράν και την Τουρκία σε ένα πολύµηνο ταξίδι.

Λίγες εβδοµάδες µετά την άφιξή της στην Μόρια, η συγγραφέας ξεκίνησε να γράφει τα «Γράµµατα από τη Μόρια», µε το φως ενός φακού τα βράδια, όταν όλοι είχαν κοιµηθεί, στη σκηνή όπου έµενε µε την οικογένειά της. Στα 14 γράµµατα που συγκεντρώθηκαν στην έκδοση και γράφτηκαν από τον Οκτώβρη του 2019 έως το Γενάρη του 2020, η Παρβάνα περιγράφει αρχικά το µεγάλο και δύσκολο ταξίδι µέσα από επικίνδυνα συνοριακά περάσµατα που αντιµετωπίζουν οι πρόσφυγες που δραπετεύουν από το Αφγανιστάν. Όπως γράφει, «εµείς οι πρόσφυγες περπατάµε σ’ ένα πύρινο µονοπάτι, µέσω του οποίου προσπαθούµε να δραπετεύσουµε. Όταν βρούµε έναν άλλο δρόµο, έναν δρόµο χωρίς φωτιά, τον επιλέγουµε χωρίς να το σκεφτούµε ούτε στιγµή, ακόµα κι αν δεν γνωρίζουµε αν και εδώ µας περιµένουν κι άλλοι κίνδυνοι… Πιστεύετε πραγµατικά ότι φτάσαµε εδώ εύκολα;».

Στη συνέχεια εστιάζει στις εξωφρενικά άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης στη Μόρια, σε µια περίοδο που οι πρόσφυγες σε ένα καµπ χωρητικότητας 3.000 ατόµων αυξήθηκαν από 12.000 σε 21.000. Αλλάζει οπτικές, γράφοντας από αυτήν ενός από τους εκατοντάδες ασυνόδευτους ανήλικους του στρατοπέδου που βυθίζονται στη θλιβερή µονοτονία της καθηµερινότητας στο στρατόπεδο, από τη σκοπιά µιας µητέρας που αγωνίζεται καθηµερινά στις ουρές για το φαγητό και το ιατρείο, ενός νεαρού κοριτσιού που αντιµετωπίζει τη συνεχή καταπίεση, ενός εθελοντή µεταφραστή, µια ηλικιωµένης γυναίκας που αναγκάζεται να ψήνει ψωµί για να επιβιώσει η οικογένειά της, ενός διεµφυλικού πρόσφυγα από το Αφγανιστάν, µιας µητέρας δυο παιδιών µε εγκεφαλική βλάβη που µάταια ψάχνει ιατρική υποστήριξη.

Αναδεικνύεται έτσι, ψηφίδα-ψηφίδα, η λογική της ύπαρξης στρατοπέδων όπως η Μόρια, που είναι η αποκορύφωση του δόγµατος «θα τους κάνουµε τον βίο αβίωτο». Όλη η καθηµερινότητα περιορίζεται στην πολύωρη αναµονή σε ουρές για πρωινό, για µεσηµεριανό, για βραδινό, για βδοµάδες, µήνες και χρόνια, σε µια διαδικασία που προκαλεί την απανθρωποποίηση και την εξατοµίκευση χιλιάδων προσφύγων που αναζητούν ένα καταφύγιο από τον πόλεµο, την πείνα και τις διώξεις.

Αναδεικνύονται επίσης η συνεχής βία που διαχέεται από τα πάνω, τα εγκλήµατα και οι ρατσιστικές πολιτικές της Ευρώπης-φρούριο και των ελληνικών κυβερνήσεων που αναδεικνύονται στους καλύτερους εφαρµοστές τους. Είναι οι ίδιες χώρες που «παρεµβαίνουν στην πολιτική άλλων χωρών, ρίχνουν κυβερνήσεις και ξεκινούν πολέµους για να “σώσουν” τους άλλους». Αυτές οι συνδέσεις γίνονται ακόµα πιο κρίσιµες σήµερα, µετά την παταγώδη αποτυχία των ΗΠΑ και των «πρόθυµων συµµάχων» τους στο Αφγανιστάν, τη χώρα καταγωγής της Παρβάνα.

Μέσω αυτής της πολυπρισµατικής αφήγησης, πέρα από τα παραπάνω, η συγγραφέας πετυχαίνει να αναδείξει ότι η προσφυγική ιδιότητα είναι µόνο µια από τις πολλαπλές ιδιότητες των κατατρεγµένων που αναζητούν καταφύγιο σε µια αφιλόξενη Ευρώπη, µόνο µια πτυχή από την τωρινή τους κατάσταση. Έτσι, µέσα από τις γραµµές του βιβλίου γνωρίζουµε καλύτερα την Παρβάνα Αµίρι, τη γεµάτη ενέργεια έφηβη γυναίκα που διψάει για γνώση, ονειρεύεται να σπουδάσει και να δηµιουργήσει, να ζήσει ελεύθερη και όχι πίσω από τα τείχη των στρατοπέδων συγκέντρωσης.

Το βιβλίο είναι συνέχεια και σύνδεση της καθηµερινής δράσης της Παρβάνα ως ακτιβίστριας µαζί µε εκατοντάδες ακόµα πρόσφυγες και προσφύγισσες σε όλα τα στρατόπεδα της χώρας. Από το καµπ της Ριτσώνας όπου πλέον µένει η Παρβάνα, συνεχίζει να γράφει ποιήµατα και γράµµατα, συνεχίζει να ενηµερώνει για τις συνθήκες και τα προβλήµατα στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακόµα σηµαντικότερο, οργανώνει και συµµετέχει σε κινητοποιήσεις και διαµαρτυρίες των προσφύγων του καµπ για τις συνθήκες διαµονής, για το δικαίωµα στην εκπαίδευση που στερεί από χιλιάδες προσφυγόπουλα η κυβέρνηση, ενάντια στη βιοµηχανία απελάσεων και επαναπροωθήσεων που στήνεται µε πιο πρόσφατο επεισόδιο τον χαρακτηρισµό της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας».

Το καθήκον του αντιρατσιστικού κινήµατος και της Αριστεράς να κλιµακώσει τους αγώνες του για ανοιχτά σύνορα, για να κλείσουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και να ανοίξουν οι πόλεις για τους πρόσφυγες, την ώρα που τα θύµατα των ιµπεριαλιστικών επεµβάσεων παίρνουν τώρα πιο µαζικά το δρόµο της προσφυγιάς, γίνεται ακόµα πιο επιτακτικό. Όταν ο Μηταράκης, υποκριτικά και κυνικά αναπαράγει τον ρατσιστικό εσµό του Μπογδάνου δηλώνοντας πως στην Ελλάδα βρίσκονται ήδη 40.000 πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και άρα «η χώρα µας ήδη έχει συµβάλει ουσιαστικά στην αντιµετώπιση της κρίσης που υπήρχε στην περιοχή» απαντάµε πως οι πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και παντού είναι καλοδεχούµενοι, χωράµε όλοι και όλες! Και η σύγκρουση µε την κυβέρνηση της Ν∆ και τις ρατσιστικές πολιτικές της ΕΕ είναι µονόδροµος για να σταµατήσουµε τα διαρκή εγκλήµατα σε βάρος προσφύγων και µεταναστών, αλλά και να αντιµετωπίσουµε τα νέα εγκλήµατα που προαναγγέλλουν. Μαζί γίνεται επιτακτική και η ανάγκη σύνδεσης της πάλης ενάντια στο ρατσισµό µε την πάλη ενάντια στις ιµπεριαλιστικές επεµβάσεις και την καταπίεση των γυναικών. Οι εξελίξεις στο ίδιο το Αφγανιστάν υπογραµµίζουν όλα αυτά τα καθήκοντα.

Η Παρβάνα µέσα από τα γράµµατά της και µε την καθηµερινή της δράση µάς καλεί να σταµατήσουµε τη βία και να ξεσηκωθούµε ενάντια σε αυτό το σύστηµα, να ανοίξουµε τις πόρτες και τις ζωές µας. Όπως γράφει, «µια µέρα, από το Αιγαίο πέλαγος, τη Μεσόγειο θάλασσα, τη Βόρεια θάλασσα θα ακουστούν τροµερές κραυγές – κραυγές για να σπάσουν τα σύνορα». Σε αυτό το κάλεσµα σε δράση, χρειάζεται όλοι και όλες να ανταποκριθούµε.

2021 "Η πένα μου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν - Γράμματα στον Kόσμο από την Μόρια"