"Πρώτη φορά Αριστερά"

Πρώτη φορά Αριστερά
Συλλογικό έργο

Τιμή 10 ευρώ, 208 σελίδες
Εκδόσεις ΠΕΔΙΟ

Bιβλιοκριτική: Αργυρή Ερωτοκρίτου
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο115, Μάρτης-Απρίλης 2016

Το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΕΔΙΟ με τίτλο “Πρώτη φορά Αριστερά” προσπαθεί μέσα από τρία κείμενα να δώσει απαντήσεις στο πώς έφτασε ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, να ερμηνεύσει γιατί έφτασε σε συμβιβασμό και να δώσει κάποιες απόψεις για τη συνέχεια.

Το πρώτο κείμενο του Γιάννη Μηλιού, που είναι και το πιο αξιόλογο, με τον τίτλο “το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ: η “ανατροπή” που δεν έγινε”, στέκεται και στις συνθήκες που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, κάνει κριτική στη εναλλακτική στρατηγική του και πώς αυτή μεταβλήθηκε κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων και προσπαθεί να εξηγήσει γιατί παρ' όλη την ψήφιση του Μνημονίου κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015.

Κατά το Μηλιό ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις, στο ξεκίνημά του κουβαλούσε το πνεύμα της Γένοβας με κεντρικό σύνθημα “οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη” και η συμμετοχή του στα Κοινωνικά Φόρουμ έπαιξαν ρόλο στην ενίσχυση και συνοχή του ενωτικού εγχειρήματος. Παράλληλα η έντονη συμμετοχή στα κινήματα, ιδιαίτερα του 2006-2007 και στο Δεκέμβρη του 2008 είναι που σταθεροποίησαν το ΣΥΡΙΖΑ στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η είσοδος στο πρώτο μνημόνιο, η αποχώρηση της ανανεωτικής πτέρυγας του Φ. Κουβέλη, η στήριξη των πλατειών και των αγώνων ενάντια στις πολιτικές λιτότητας ήταν η περίοδος της “αριστερής στροφής” του ΣΥΡΙΖΑ για το Μηλιό. Κατάφερε να αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση το 2012 (σελ.33) διότι στις συνειδήσεις του κόσμου ήταν ένα κόμμα των κινημάτων, αντισυστημικό που πρόβαλε την εναλλακτική της αριστερής κυβέρνησης που ήταν εφικτή στο εδώ και τώρα. Στη χρονική περίοδο μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 και την ενιαιοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα είναι που ο Μηλιός εντοπίζει τη “μετάλλαξη” του ΣΥΡΙΖΑ. Η “βίαιη ωρίμανση” γίνεται μέσα από δύο διαδικασίες. Πολιτικά κυριαρχούν αντιλήψεις περί εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας και “αποικίας” χρέους που εκφράζονται κατά βάση από την Αριστερή Πλατφόρμα, ο “ιστορικός συμβιβασμός του ΣΥΡΙΖΑ” όπως χαρακτηριστικά λέει και οργανωτικά μία ηγετική ομάδα που χωρίς να λογοδοτεί στις οργανώσεις του κόμματος και τα μέλη περνάει στην κεντρική πολιτική του κόμματος αυτές τις αλλαγές. Ορθά εντοπίζει ότι οι αντιλήψεις της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της εξάρτησης οδηγούν σε συστράτευση με την αστική τάξη για την αντιμετώπιση της κρίσης κάτι που υποτάσσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης στο όνομα της εθνικής ενότητας. Αυτό που όμως παραβλέπει ο Μηλιός είναι ότι πάντα έλειπε από τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ο κεντρικός ρόλος της εργατικής τάξης για την ανατροπή του συστήματος. Ο Μηλιός δεν αρνείται τη δυνατότητα “μετασχηματισμού” του κράτους, ούτε την αναγκαιότητα η αλλαγή να έρθει μέσα από τον κοινοβουλευτικό δρόμο. Η κριτική του επικεντρώνεται στις τακτικές που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ και το κατά πόσο ήταν αρκετά δυναμικές. Γι' αυτό απουσιάζει από το κείμενό του ο ρόλος του εργατικού κινήματος και σε άλλα γεγονότα. Ενώ αναγνωρίζει την τεράστια ταξική σύγκρουση στο Δημοψήφισμα και τη δυναμική που έβγαλε στην επιφάνεια το 62% του ΟΧΙ δεν αξιολογεί – λέγοντας μάλιστα ότι δεν έχει και σημασία- τι ήταν αυτό που ανάγκασε τον Τσίπρα να εξαγγείλει το Δημοψήφισμα. Εξηγεί το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτέμβρη λέγοντας ότι προκύπτει από την “αδράνεια” του εκλογικού σώματος, τη λογική του μικρότερου κακού καθώς και την απουσία σοβαρής αριστερής εναλλακτικής ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη ΛΑΕ που είχε σημαία της την “παραγωγική ανασυγκρότηση”. Η αναγκαιότητα της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής για την οποία μιλάει στο τέλος του κειμένου του ο Μηλιός είναι σίγουρα πιο επίκαιρη από ποτέ αλλά αυτή η στρατηγική πρέπει να έχει στο κέντρο της την εργατική τάξη και όχι μια κυβέρνηση που εγκλωβίζεται στα γρανάζια του αστικού κράτους.

Στο δεύτερο κείμενο οι Σ. Παπαστάμου και Γ. Προδρομίτη, πανεπιστημιακοί της Κοινωνικής Ψυχολογίας, προσπαθούν μέσα από τα εργαλεία του επιστημονικού τους αντικειμένου να παρουσιάσουν τις αλλαγές στη ρητορική ενός κόμματος μικρής μειοψηφίας που κατάφερε να μετασχηματιστεί σε κόμμα εξουσίας και να αναλάβει τη διακυβέρνηση. Χρησιμοποιούν τέσσερις ομιλίες του Α. Τσίπρα σε κρίσιμα γεγονότα από το 2012 έως το 2015 και μέσα από τις λέξεις που επιλέγει σε αυτές δείχνουν τις μεταβολές αυτές. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο Τσίπρας καταφέρνει μία συνοχή στο ακροατήριο του διότι επιμένει στο ότι δε θα απογοητεύσει τις ελπίδες του ελληνικού λαού.

Ο Τάσος Παππάς στο τρίτο κείμενο ξεκινάει με μια πολύ σαφή τοποθέτηση ότι χρέος της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι να αναλάβει τη διακυβέρνηση “με συναίνεση της κοινωνίας που προκύπτει από τις κάλπες και ισχυρή παρουσία κινημάτων διεκδίκησης, που θα έχουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της κεντρικής πολιτικής” κατηγορώντας την αριστερά που απορρίπτει τον κοινοβουλευτικό δρόμο ως ανεύθυνη διότι αφήνει χώρο- με την αναμονή για ωρίμανση των συνθηκών- στα συντηρητικά κόμματα να δημιουργούν τετελεσμένα (σ. 171). Στη συνέχεια τονίζει ορθά τη σφοδρότητα του πολέμου της αστικής τάξης και των κομμάτων της στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη σημειώνει ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπήκε στις διαπραγματεύσεις με αυταπάτες και υπερβολικά αισιόδοξο σχέδιο ότι θα μπορέσει να “πείσει” τους δανειστές ή να κινητοποιήσει τους λαούς της Ευρώπης και να βρει εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Φτάνει στο συμπέρασμα ότι η επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές της ενωμένης Ευρώπης δεν πατάνε στην πραγματικότητα της σημερινής Ευρώπης των τραπεζιτών αλλά αναγνωρίζει στον ΣΥΡΙΖΑ “παρά το βαρύ τίμημα που πλήρωσε- το Τρίτο Μνημόνιο” ότι ήταν εκείνη η δύναμη που κατάφερε να αναδείξει αυτά τα ζητήματα. Είναι εντυπωσιακό ότι ενστερνίζεται την άποψη του Τσίπρα ότι “ρίξαμε στην Ευρώπη τον σπόρο της αμφισβήτησης, που σύντομα θα βγάλει καρπούς”. Καταλήγει αφήνοντας ανοιχτή την προοπτική ο ΣΥΡΙΖΑ τελικά να συγκρουστεί με αυτό το οικοδόμημα παρά τους ετεροβαρείς συμβιβασμούς που έχει κάνει.

2016 "Πρώτη φορά Αριστερά"