"Το 1821 ως Επανάσταση. Γιατί ξέσπασε και γιατί πέτυχε"

Το 1821 ως Επανάσταση. Γιατί ξέσπασε και γιατί πέτυχε
Δημήτρης Παπανικολόπουλος

Τιμή 14,50 ευρώ, 270 σελίδες
Εκδόσεις ΕΝΑ

Bιβλιοκριτική: Λέανδρος Μπόλαρης
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο147, Ιούλιος-Αύγουστος 2021

Μια μελέτη που δηλώνει από τον τίτλο της ότι αντιμετωπίζει το 1821 ως επανάσταση δεν μπορεί παρά να προκαλεί το ενδιαφέρον του κόσμου της Αριστεράς. Ιδιαίτερα αν ταυτόχρονα επιδιώκει, πάλι από τον τίτλο, να μας εξηγήσει γιατί έγινε και γιατί πέτυχε. Η υποδοχή ήταν θερμή. Ο Αντ. Λιάκος από τις σελίδες της Αυγής επαίνεσε το βιβλίο σε βαθμό να γράφει: «Με το βιβλίο αυτό φαίνεται ότι οι μεγάλες διαφορές στην εκτίμηση της Επανάστασης του 1821, που είχαν ανοίξει στον πρώτο αιώνα της ανεξαρτησίας (με την αμφισβήτηση από τον Κορδάτο της εκδοχής της εθνικής ιστοριογραφίας), στο επιστέγασμα του δεύτερου αιώνα της ανεξαρτησίας φαίνεται να λήγουν».

Το αποτέλεσμα με κανένα τρόπο δεν «λήγει» την αντιπαράθεση του Κορδάτου με την «εθνική ιστοριογραφία». Δεν πρόκειται για υπέρβαση των διαφορών τους, όπως υποστηρίζει ο Αντ. Λιάκος, αλλά για υποχώρηση στα ιδεολογήματα της δεύτερης. Όταν ο Δ.Π γράφει ότι «ακόμα και στην Ύδρα» που οι άνεργοι ναύτες ξεσηκώθηκαν «υπέρ της Επανάστασης και κατά των προεστών οι οποίοι δεν ήθελαν να επαναστατήσουν, μόλις οι τελευταίοι προσχώρησαν στην Επανάσταση οι παραδοσιακοί δεσμοί… επανέφεραν την σύμπνοια μεταξύ λαού και αριστοκρατών» δεν πάει πολύ μακριά από τον Παπαρρηγόπουλο που γράφει ότι οι εφοπλιστές κατάφεραν «πηδαλιουχήσωσιν... τα πλήθη δια μόνης της ηθικής επιρροής, ην ανέκαθεν εκτήσαντο».

Ο ίδιος ο συγγραφέας μάς έχει προσφέρει την σύνοψη των συμπερασμάτων του: «Η επανάσταση δεν ήταν ταξική, ούτε θρησκευτική φυσικά. Ο αγώνας ήταν πολιτικός, εθνικοαπελευθερωτικός, με αστικό προσανατολισμό, αλλά συμμετείχαν όλες οι κοινωνικές ομάδες και ο λαός και η ελίτ, με σημαντικό και αποτελεσματικό καταμερισμό. Όλοι συνεισέφεραν, ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες βλέψεις της κάθε κοινωνικής ομάδας» (συνέντευξη στο Κόκκινο, 8/6).

Οι «χωρικοί», γράφει ο Δ.Π, συμμάχησαν «με τις ελίτ της ελληνικής υπαίθρου και των πόλεων». Οι αγρότες ξεσηκώθηκαν μεν, αλλά ενάντια στους Οθωμανούς (που κατείχαν το μεγαλύτερο μέρος της γης) κι όχι ενάντια στους κοτζαμπάσηδες που «διέθεταν στενούς δεσμούς με τις αγροτικές κοινότητες». Αυτό σύμφωνα με τον συγγραφέα «καθιστά ανεπαρκές το μαρξιστικό μοντέλο».

Στην ελληνική περίπτωση, υποστηρίζει ο Δ.Π, ελίτ ή τμήματά τους (κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, Εκκλησία, διανοούμενοι) ξεσηκώθηκαν για τη δημιουργία ενός κράτους που έλπιζαν να ελέγξουν. Κοινωνικές αιτίες υπήρχαν (ο εκχρηματισμός της αγροτικής οικονομίας, η ανάπτυξη των εμπορικών στρωμάτων και οι προσδοκίες που έφερναν) αλλά κοινωνική επανάσταση («ταξική») δεν ήταν.

Όταν, όμως ο μαρξισμός απορρίπτεται ως ξεπερασμένο «μοντέλο», τα προβλήματα πέφτουν βροχή. Καταρχήν όσον αφορά την ανάλυση της κρίσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το ένα φαινόμενο αραδιάζεται δίπλα στο άλλο χωρίς κανένα κοινό υπόβαθρο. Αυτή η αδυναμία αναδεικνύεται έντονα στο υποκεφάλαιο με τίτλο «ένας νέος κόσμος γεννιέται μέσα στον παλιό». Ποιος είναι ο «παλιός κόσμος», ποιος τρόπος παραγωγής και ποια η δυναμική του;

Κι ο «νέος»; Ο Δ.Π αποφεύγει συνειδητά έννοιες όπως καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, αστική τάξη. Περιορίζεται στα «εμπορικά στρώματα» και στον «εχρηματισμό» της αγροτικής οικονομίας. Όμως, αυτά από μόνα τους δεν γεννήσανε πουθενά ένα «νέο κόσμο». Για παράδειγμα, η «δεύτερη δουλοπαροικία» στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη από τον 16ο αιώνα, πισωγύρισε τους αγρότες στην εξουσία των ευγενών φεουδαρχών και έτσι ανέκοψαν την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων και της αστικής τάξης. Ωστόσο, έβαλαν τα κτήματά τους να παράγουν για την αγορά και συγκεκριμένα για το αγγλικό ή το ολλανδικό εμπόριο.

Η αστική τάξη που διαμορφώθηκε από τα μέσα του 18ου αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και άρχισε να αποκτάει «ελληνική εθνική συνείδηση» έκφραζε νέες ποιοτικά κοινωνικές σχέσεις. Κέρδιζαν έδαφος βασανιστικά και με πισωγυρίσματα κάτω από μια διπλή πίεση: από την ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Δυτ. Ευρώπη που έμπαινε στη φάση της «βιομηχανικής επανάστασης» και της κρίσης της συγκεντρωτικής φεουδαρχικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Και αυτές οι αλλαγές δεν ήταν μόνο οικονομικές. Συνοδεύονταν -πάλι όχι γραμμικά- από μια νέα αντίληψη για την κοινωνία, το άτομο σε αυτήν και το κράτος. Κι αυτές οι ιδέες, που είχαν αρχίσει να κυριαρχούν στην «Δύση» και εκφράστηκαν από τις πιο ριζοσπαστικές τάσεις του Νεοελληνικού Διαφωτισμού αναμετρήθηκαν με τις αντιδραστικές ιδέες -και την εξουσία- της Εκκλησίας. Το 1819-20 τα «άθεα» βιβλία καίγονταν στην αυλή του Πατριαρχείου. Όμως, αυτές οι αναμετρήσεις, που καθόρισαν συσχετισμούς στη διάρκεια της Επανάστασης, απουσιάζουν από το βιβλίο.

Ο συγγραφέας του βιβλίου υποστηρίζει ότι: «Είναι εντυπωσιακό πάντως ότι στην Επανάσταση συμμετείχαν όλες οι κοινωνικές ομάδες. Είναι σπάνιο στα χρονικά των επαναστάσεων ή των επαναστατικών εγχειρημάτων να υπάρχει τέτοια σύμπνοια». Οι δυο εμφύλιοι πόλεμοι ήταν μάλλον δυσάρεστες παρεξηγήσεις.

Όχι μόνο αυτό, αλλά και οι κοτζαμπάσηδες ήταν κατά βάση… δημοκράτες. Διαβάζουμε: «Εάν η Ελλάδα ήταν μία από τις πρώτες χώρες με κοινοβουλευτικό σύστημα στον κόσμο… αυτό οφείλεται όχι μόνο στο ‘καύκαλο’ των δημοκρατικών θεσμών που εισηγήθηκαν οι ευρωαναθρεμμένοι αστοί διανοούμενοι αλλά και το γεγονός ότι όλες οι προεπαναστατικές ελίτ το αποδέχθηκαν, γιατί ήταν το μόνο που τις χωρούσε όλες».

Όμως, καμιά «προεπαναστατική ελίτ» ή «ομάδα ισχύος» δεν ξέφυγε από τις βαθιές αλλαγές που ακολούθησαν. Για να «χωρέσουν» έπρεπε να αλλάξουν, ριζικά. Οικογένειες κοτζαμπάσηδων, ή κάποιοι στρατιωτικοί αρχηγοί διατήρησαν τα δίκτυα πολιτικής πατρωνίας ή και τον έλεγχο της γης, αλλά ο κοινωνικός τους ρόλος ήταν πολύ διαφορετικός από την εποχή που οι χωριάτες προσκυνούσαν στο διάβα τους. Το ίδιο ισχύει για τους «ετερόχθονες» Φαναριώτες και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό για την Εκκλησία.

Τα ταξικά συμφέροντα και οι στρατηγικές (και οι διαμάχες γύρω από τα επίδικά τους) εξαφανίζονται στην ανάλυση του βιβλίου. Αυτό, δημιουργεί μια δεύτερη δέσμη προβλημάτων όταν ο συγγραφέας καταπιάνεται με το ερώτημα «γιατί πέτυχε» η Επανάσταση. Οι επαναστάτες, υποστηρίζει, κινητοποίησαν και οργάνωσαν τους πόρους τους, από το χρήμα, μέχρι την πολιτική και στρατιωτική επιδεξιότητα και εμπειρία τους. Και παράλληλα δεν εκμεταλλεύτηκαν μόνο «πολιτικές ευκαιρίες», όπως τον πόλεμο του Σουλτάνου με τον Αλή Πασά ή τις αντικρουόμενες επιδιώξεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Δημιούργησαν τέτοιες «πολιτικές ευκαιρίες». Έτσι, όμως, εξαφανίζονται όλες οι παλινωδίες και οι αντιφάσεις, τα διλλήματα και οι συγκρούσεις, οι ρήξεις και οι συμβιβασμοί που σημαδεύουν την Επανάσταση.

Επιπρόσθετα, προκύπτει το ερώτημα ποιες «πολιτικές ευκαιρίες» επιλέχτηκαν ποιες όχι και γιατί. Η «στρατηγικού χαρακτήρα» -όπως τη χαρακτηρίζει ο Δ.Π- συμμαχία με την Εκκλησία είχε όντως να κάνει και με την προβολή του «χριστιανικού» χαρακτήρα του αγώνα στις Αυλές τις Ευρώπης και την απόσειση της ρετσινιάς του ριζοσπαστισμού, του «καρβοναρισμού» όπως τον αποκαλούσε αποδοκιμαστικά ο Κολοκοτρώνης. Όμως, είχε κόστος, όπως επισημαίνει και ο Π. Γκαργκάνας στο κείμενό του στην έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου: «αποδείχθηκε αποτρεπτική για κάθε προσπάθεια να ενωθούν με την επανάσταση οι εξεγερμένοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί» (Οι Αλβανοί της Ηπείρου είναι το συγκεκριμένο παράδειγμα).

Η ένταξη του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μ. Σούτσου και των «πόρων» του στη Φιλική Εταιρεία δημιούργησε όντως μια «πολιτική ευκαιρία». Μόνο που οι αγρότες της περιοχής είχαν μια πολύ διαφορετική γνώμη, αντιτάχθηκαν στη συμμαχία που πρότεινε ο Υψηλάντης και αυτό κόστισε το «εγχείρημα» του Αλ. Υψηλάντη.

Ο συγγραφέας στην τελευταία σελίδα του βιβλίου σπεύδει να διαβεβαιώσει ότι η έμφασή του δεν είναι στο «όλοι μαζί» αλλά στις ποικίλες προϋποθέσεις επιτυχίας μιας επανάστασης. Όμως, αυτό που μένει είναι το «όλοι μαζί» κάτω από μια «ικανή πολιτική ηγεσία» που δημιουργεί ευκαιρίες με ρεαλισμό. Χρειαζόμαστε τον μαρξισμό, όχι μόνο για να ερευνήσουμε την πραγματική ιστορία του 1821 αλλά και για μια Αριστερά σήμερα που δεν θα βασίζει τις επιλογές της στην στρατηγική του ρεαλισμού των συμβιβασμών.

2021 "Το 1821 ως Επανάσταση. Γιατί ξέσπασε και γιατί πέτυχε"