"Μεταξύ έθνους και τάξης. Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1974"

Μεταξύ έθνους και τάξης. Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1974
Συλλογικό

376 σελίδες,τιμή 19€
Εκδόσεις Ψηφίδες

Bιβλιοκριτική: Λίλιαν Μπουρίτη
Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο154, Σεπτέμβρης - Οκτώβρης 2022

Το συλλογικό βιβλίο “Μεταξύ έθνους και τάξης. Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1974” µε επιµέλεια του Νίκου Χριστοφή είναι µια προσπάθεια να ανοίξει η συζήτηση για το ρόλο που διαδραµάτισε η Αριστερά στην ίδια την Κύπρο και στην αλληλεπίδρασή της µε την Ελλάδα και την Τουρκία. Κι είναι ένα βιβλίο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ειδικά σε µια περίοδο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να χρησιµοποιήσει τον ελληνοτουρκικό ανταγωνισµό σαν άλλοθι, για να κρατηθούν χαµηλά οι τόνοι απέναντι στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων της ΕΥΠ και απέναντι στη δολοφονική της πολιτική µε την αβάσταχτη ακρίβεια στην ενέργεια και στα τρόφιµα, τη φτώχεια και τις περικοπές σε υγεία και παιδεία.

Στη δεκαετία του 1920 το Κοµµουνιστικό Κόµµα Κύπρου, που ιδρύθηκε επίσηµα το 1926, έβαζε το θέµα του κοινού αντιαποικιακού αγώνα των ελλήνων και τούρκων εργατών και αγροτών της Κύπρου µε προοπτική “ την απελευθέρωση της Κύπρου από τα χέρια της καπιταλιστικής και ιµπεριαλιστικής Αγγλίας” και τη δηµιουργία της “Σοβιετικής Σοσιαλιστικής ∆ηµοκρατίας της Κύπρου”. Οπως αναφέρουν στο κείµενό τους “Τουρκοκυπριακή Αριστερά και προβλήµατα συνεργασίας” ο Αχµέτ Τζαβίντ και ο Νίκος Χριστοφής: “Ο οργανωµένος ταξικός αγώνας, που ξεκίνησε µε την οργάνωση των οικοδόµων ενάντια στους εργοδότες µε σκοπό τη βελτίωση της οικονοµικής τους κατάστασης, άνοιξε το δρόµο στη δηµιουργία µιας σειράς εργατικών ενώσεων σε διάφορους επαγγελµατικούς κλάδους, όπως οι καπνεργάτες, οι λιµενεργάτες, οι ράφτες, αρτοποιοί και ξυλουργοί. Σύµφωνα µε τα διαθέσιµα στοιχεία, τουρκοκύπριοι εργάτες συµµετείχαν στις εργασίες του Εργατικού Κέντρου Λεµεσού, το οποίο το 1924 οργάνωσε όλους τους εργάτες υπό τη σκέπη µιας οργάνωσης.” “Επίσης γνωρίζουµε ότι το µέλος της Επιτροπής τουρκοκύπριος εργάτης Αλί Φερουζί ήταν ένας από τους οµιλητές στη γιορτή της Πρωτοµαγιάς το 1927 στο Κέντρο. Τα ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά µέλη του Νοµοθετικού Συµβουλίου το 1927 από κοινού καταψήφισαν τον προϋπολογισµό µε σκοπό τη διαγραφή του άρθρου για το κεφαλικό φόρο”.

Η πολιτική του Κ.Κ Κύπρου άρχισε να αλλάζει από τη δεκαετία του ΄30. Όπως γράφει στο κείµενό του ο Αλέξης Αλέκου “Το ΚΚΚ (Και το) ΑΚΕΛ και το Κυπριακό ζήτηµα” µετά την εξέγερση του 1931 “.. υπάρχει η έναρξη µιας διαφορετικής πορείας, αφού για το ΚΚΚ, µετά τα γεγονότα των Οκτωβριανών οι τουρκοκύπριοι από ισότιµοι εταίροι αρχίζουν και αντιµετωπίζονται ως µειονότητα που χρήζει διεθνιστικής αλληλεγγύης” και φτάνουµε στο 1937 που το ΚΚΚ προτείνει τη δηµιουργία ενός “Λαϊκου κόµµατος”. “Η πρόταση όπως αποτυπώνεται ως απόφαση του Κόµµατος στο Παράρτηµα του ∆ελτίου 1 (Ιούνιος 1937) αναφέρει :Το ΚΚΚ οφείλει να πάρει την πρωτοβουλία για την οργάνωσιν ενός φαρδιού Λαϊκού Κόµµατος, το οποίο ως πρόγραµµα θα είχε το διώξιµο του Εγγλέζικου Ιµπεριαλισµού, ή και ακόµα τη διεκδίκηση πολιτικών συνταγµατικών ελευθεριών. Στο κόµµα αυτό...θα είναι ανοιχτές οι πόρτες σ’ όλα τα τίµια, συνειδητά, πιστά και πειθαρχικά αντιιµπεριαλιστικά στοιχεία”. Πρόκειται για την περίοδο της επικράτησης του Σταλινισµού στη Ρωσία και τη σταλινοποίηση των Κοµµουνιστικών Κοµµάτων στη ∆ύση (ανάµεσα τους και του ΚΚΚ και του ΑΚΕΛ που το διαδέχτηκε το 1944). ∆ηλαδή στη φάση που και στην Κύπρο η εργατική τάξη ριζοσπαστικοποιούταν και στρεφόταν στ’ αριστερά, κυριάρχησε δυστυχώς η θεωρία των σταδίων και της ταξικής συνεργασίας που έλεγε ότι µπορούµε να συνεργαστούµε τώρα µε την πατριωτική αστική τάξη για εθνική απελευθέρωση κι αργότερα αγωνιζόµαστε για σοσιαλισµό. Κι επειδή στην περίπτωση της Κύπρου η “πατριωτική αστική τάξη” ήταν ελληνική, αυτό σήµαινε µια ολόκληρη προσαρµογή στον εθνικισµό και τους πολιτικούς και ιδεολογικούς εκφραστές του όπως την “Εθναρχία” (Εκκλησία). 

Παρόλα αυτά υπήρξαν σηµαντικές στιγµές που ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι εργάτες αγωνίστηκαν µαζί. Η πιο σηµαντική από αυτές ήταν η απεργία των µεταλλωρύχων το 1948. Όπως γράφουν ο Αχµέτ Τζιβίντ και ο Νίκος Χριστοφής: “Η µεγάλη απεργία των µεταλλωρύχων που διήρκεσε 125 µέρες (13 Ιανουαρίου-17 Μάϊου 1948) υπήρξε ένα καλό παράδειγµα συνεργασίας τουρκοκύπριων και ελληνοκύπριων συνδικαλιστών”. Πήραν µέρος 2.000 µεταλλωρύχοι, έλληνες και τούρκοι. Ήταν µια απεργία που συγκλόνισε την Κύπρο και χαρακτηρίστηκε από µαζικές συνελεύσεις και συγκεντρώσεις των απεργών στις οποίες έπαιρναν µέρος και οι γυναίκες και τα παιδιά τους. Ένα µεγάλο κύµα συµπαράστασης εκδηλώθηκε προς τους απεργούς από όλη την εργατική τάξη της Κύπρου. Καθηµερινά µαζεύονταν πολύ µεγάλα για την εποχή ποσά σε µετρητά και είδος και στέλνονταν στους απεργούς. Σηµαντικό ρόλο έπαιξε ότι εκείνη την περίοδο το ΑΚΕΛ είχε προσωρινά εγκαταλείψει το αίτηµα της “Ένωσης” µε την Ελλάδα. Ήταν µια µεγάλη ευκαιρία για το ΑΚΕΛ να πάρει αυτή τη διάθεση και να την µετατρέψει σε εξέγερση ενάντια στους αποικιοκράτες και τα ντόπια στηρίγµατα τους. Όµως η ηγεσία του ΑΚΕΛ προτίµησε το συµβιβασµό για να µην συγκρουστεί µε τους αστούς µε τους οποίους ήλπιζε ότι θα συµµαχήσει σε ένα κοινό απελευθερωτικό αγώνα.

Όπως γράφει ο Αντώνης Αντωνίου στο κείµενό του “Αποικιοκρατία και Αντιαποικιακές δυναµικές” “Κατά την περίοδο που ακολούθησε τον Β Παγκόσµιο Πόλεµο το ρεύµα των αντιαποικιακών κινηµάτων έκανε ορµητικά την εµφάνισή του”. Οι αγώνες της προηγούµενης περιόδου τρόµαξαν την Εκκλησία και τον Γρίβα που έτρεξαν να µπουν στην ηγεσία του αντιαποικιακού αγώνα. Η πολιτική της ταξικής συνεργασίας του ΑΚΕΛ τους άφηνε δυστυχώς το δρόµο ανοιχτό. Η δεξιά στην Κύπρο σήµερα καλλιεργεί το µύθο ότι µόνο εκείνη αγωνίστηκε ενάντια στην αποικιοκρατία. Ότι οφείλουµε την ελευθερία στην ΕΟΚΑ του Γρίβα. Ο Γρίβας όµως όχι µόνο δεν ήταν αντιιµπεριαλιστής, αλλά ο πραγµατικός του στόχος ήταν η εξόντωση της αριστεράς. Την απάντηση την έδωσε ο ίδιος ο Γρίβας στέλνοντας στις 25 Γενάρη του 1958 την παρακάτω επιστολή στο Μητροπολίτη Άνθιµο που του ζητούσε να σταµατήσει τις δολοφονίες αριστερών “Οι κοµµουνισταί είναι οι αντίπαλοί µας, είτε το θέλουµε, είτε όχι. Ενδείκνυται να τους εξοντώσουµε ως πολιτική οντότητα, ώστε να µην είναι υπολογίσιµος, δυνάµενη δια αποφάσεών της να επηρεάζει το εθνικό ζήτηµα όπως συνέβαινε µέχρι τούδε”. Όπως γράφει ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος στο κείµενό του “Η στάση του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ απέναντι στο Κυπριακό ζήτηµα” “Όταν τον Ιανουάριο του 1958 θα ξεκινήσουν οι δολοφονίες αριστερών Ελληνοκυπρίων από την ΕΟΚΑ, το ΚΚΕ θα κρατήσει µια αρκετά µετριοπαθή στάση, φοβούµενο πως τα πράγµατα µπορεί να εξελιχθούν σε ελληνοκυπριακό εµφύλιο…”. 

Έτσι φτάσαµε στις συµφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου και τη δηµιουργία του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους. ∆υστυχώς στο βιβλίο πολύ λίγο εξετάζεται η στάση της Αριστεράς στη διάρκεια της δεκαετίας του ‘60 και του ‘70 (εξαίρεση το κείµενο του Νίκου Χριστοφή “Το κόµµα εργατών Τουρκίας και Κύπρος” για το TIP το νόµιµο κόµµα της Αριστεράς στην Τουρκία που ιδρύθηκε το 1961.) 

Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που περιγράφει ξεκάθαρα την εικόνα της µετατόπισης της Αριστεράς στην Κύπρο από το διεθνισµό και τη στρατηγική της επανάστασης τη δεκαετία του ‘20 προς την εθνική ενότητα από τη δεκαετία του ‘ 30 και µετά. 

Χρειάζεται να σταθούµε στους κοινούς εργατικούς αγώνες που έδωσαν οι ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι εργάτες. Η ενότητα των ελληνοκύπριων και τουρκοκύπριων εργατών ήταν ο µόνος ρεαλιστικός τρόπος που θα µπορούσε να τσακίσει τους αποικιοκράτες και τους καπιταλιστές. Η επικράτηση του εθνικισµού, µε τα ποτάµια αίµατος που έφερε στο νησί, δεν ήταν “φυσιολογική” έκφραση των “εθνικών πόθων”. Πέρασε µέσα από τις επιλογές της Αριστεράς.

Αυτό το στοίχηµα είναι µπροστά µας. Ότι δηλαδή, όταν η εργατική τάξη παλεύει ενωµένη ανεξάρτητα από φυλή, χρώµα και φύλο, τότε µπορούµε να αντιµετωπίσουµε τις σηµερινές επιθέσεις των κυβερνήσεων και των αφεντικών στην Κύπρο, στην Ελλάδα και παντού. Αυτό είναι το υποκείµενο που µπορεί να απαλλάξει όλη την κοινωνία από την καταπίεση και την εκµετάλλευση.

2022 "Μεταξύ έθνους και τάξης. Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1974"